Κωνσταντίνος Τσαπάρας – 121 Λέξεις
Lux ex Tenebris
Η λευκή φιγούρα του προχωρούσε ανάμεσα στα γιγάντια έλατα, με σβελτάδα ασυνήθιστη για τα χρόνια που πρόδιδε η μακριά λευκή γενειάδα του. Καθώς περνούσε, η μορφή του φωτεινή, έδιωχνε τις γκριζωπές σκιές του δάσους, ενώ ο ήλιος του Βορά έριχνε τις τελευταίες αδύναμες ακτίνες του.
Ήξερε...
Ο πολεμιστής καθόταν σιωπηλός. Η νύχτα έφτανε γοργά, η Σελήνη ανέτειλε... Το χέρι του χάιδεψε ασυναίσθητα τη λαβή του σπαθιού. Το βλέμμα, προσηλωμένο στη φωτιά σκοτείνιαζε στην αγωνία της απόφασης.
Περίμεναν...
-Όχι άλλο αίμα, είπε φωναχτά, διάλεξαν το σκοτάδι. Ας μείνουν εκεί...
-Υπάρχει δρόμος, υπάρχει φλόγα, υπάρχει το Φως...
Ο Παλαιός των Ημερών, αμίλητος έδειξε με το ραβδί του την Ανατολή...
Η τυφλή γραία έριξε τους ρούνους στο αιματοβαμμένο βωμό της θυσίας...
Είδε καθαρά... Πάγωσε...