Άννα Μωρογιάννη – 121 Λέξεις
Ο Καλλιτέχνης
Τρεκλίζουν τα πόδια του πάνω στο σχοινί,
φοβάται πως θα πέσει.
Χορεύει πάνω του με βλέφαρα ραμμένα
για να μη μπορεί να δει αυτούς που τον περιμένουν
να τσακιστεί.
Κόκκινα και γαλάζια δαχτυλίδια πετούν στον άνεμο
μα αυτός συνεχίζει την παράσταση χλωμός και πελιδνός.
Αποκαλύπτοντας με κάθε του χειρονομία,
ευγενικά,
τ’ άχραντα μυστήρια.
Ένας κρότος, κι ύστερα σιωπή.
Ο καλλιτέχνης σαν παραδείσιο πουλί, αεικίνητο,
παραδίνεται στο θάνατο.
Ο νεκρός χορεύει επάνω στο σκοινί και διεγείρει τα πλήθη.
Τα δαχτυλίδια του έχουν πια πέσει στο έδαφος
Κι αυτός ενώ βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής
με τον κίνδυνο της πτώσης,
γυρνά το κεφάλι
και με θλιμμένη πονηριά στο βλέμμα μαρτυρά
τη θανάσιμη μοναξιά, τον τόπο σωτηρίας του.
Το κοινό δεν εκπλήσσεται.
Αντιθέτως.
Το προσδοκούσε.