Μικρό Χριστουγεννιάτικο θαύμα
Στέκονταν δίπλα στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο, πλάι στο τζάκι με το σπινθηροβόλο βλέμμα. Όχι, απόψε δεν έκανε κρύο. Άναψε το τζάκι για να απολαύσει ο καλεσμένος τη ζέστη. Ναι, εκείνος που λαχταρούσε να δει ανήμερα της γιορτής της.
Συντροφιά της κρατούσαν κάποιες σκέψεις σε αταξία. Σκέφτονταν αν εκείνος πήρε το γράμμα της. Αν το διάβασε. Αν συγκινήθηκε… Και αν το πέταξε χωρίς να το ανοίξει; Πώς θα γνώριζε πως τον συγχωρούσε για όλα τα χρόνια που γιόρτασε μόνη, χωρίς εκείνον που χρειάζονταν δίπλα της;
Ένας επιθυμητός θόρυβος διέκοψε την φλυαρία των σκέψεων. Το κουδούνι! Και ήταν σαν κάποιος να άνοιξε την κρύα βρύση μέσα της. Πάγωσε για λίγο. Κοντοστάθηκε, πήρε μια βαθιά ζεστή ανάσα και έτρεξε να ανοίξει την πόρτα... Ο πατέρας!