Η αλλαγή – Μέρος 3ο
Ανοίγεις την πόρτα και βγαίνεις στο διάδρομο. Κατεβαίνεις τη σκάλα. Στα μέσα της ζαλίζεσαι. Δεν είσαι σίγουρη ότι βλέπεις το επόμενο σκαλί. Τα μάτια σου έχουν θολώσει. Σταματάς. Κατεβάζεις το κόμπο που έχεις στο λαιμό και προχωράς. Ανοίγεις την εξώπορτα και επιτέλους βρίσκεσαι πίσω στην πόλη. Δεν είχε νυχτώσει ακόμη.
Κοιτάζεις γύρω σου. Όλα σου φαίνονται καινούρια. Πριν μισή ώρα αυτή η πόλη έμοιαζε αλλιώς. Ήταν θαμπή, συνηθισμένη.
Τώρα ακούς τους ήχους της. Όλους. Αν και όχι όλους καθαρά. Προχωράς στο πεζοδρόμιο. Βγαίνεις στην πλατεία. Το φως του ήλιου που έχει πάρει να δύσει, πέφτει στα μάτια σου σαν προβολέας. Δε σε ενοχλεί. Είναι το ωραιότερο φως που έχεις δει ποτέ. Χαμογελάς. Τραγική ειρωνεία να σου μοιάζει για πρώτη φορά ελκυστικό.