Μαίρη Φιλιππίδου Κατσανίδου - 121 Λέξεις
Η Βία του Γαμπρού του
Ξαφνικά ένα χαστούκι στο πρόσωπό το γύρισε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Με χαμηλή φωνή είπε:
«Γιατί με χτυπάς; Μη με χτυπάς…»
Ο Άλλος δεν πρόσεξε τα δάκρυα, δεν είχε χρόνο να τα προσέξει, έπρεπε να τον σηκώσει, επειδή είχε πέσει κι αυτό τον εκνεύρισε. Με βρισιές τον πέταξε στο κρεβάτι:
«Πάλι έπεσες; Γιατί ηλίθιε;» Η κλωτσιά ήταν δυνατότερη από τα καθημερινά χαστούκια, όταν ήθελε ένα ποτήρι νερό ή βοήθεια να πάει στην τουαλέτα.
Είχε βαρεθεί που ήταν άρρωστος και δεν μπορούσε να συντηρεί τον εαυτό του. Έκλαψε αθόρυβα, παρακαλώντας να γλυτώσει. Χαμένα χρόνια μόνο για τους άλλους κι αυτός ο Άλλος ήταν ένας ψυχρός εκτελεστής.
«Δικός μου άνθρωπος είναι» μουρμούρισε τελικά, «έχει τα δικά του» και συνέχισε να ανέχεται την βία.